Συγγραφικό Έργο > Δημοσιεύσεις σε Επιστημονικά Περιοδικά

Τελευταία ενημέρωση: 15/10/2012

2010
Πιερράκος Γ., Πατέρας Ι., Τζιλαλής Β., Σιμόπουλος Χ., Κατσίκας Β., Σαρρής Μ., Υφαντόπουλος Ι., Συγκριτική διερεύνηση της ποιότητας ζωής ασθενών μετά από ενδαγγειακή (EVAR) ή ανοικτή χειρουργική αποκατάσταση ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής. Περιοδικό Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, 27: 1-6

περισσότερα...

Σκοπός της έρευνας είναι η συγκριτική διερεύνηση της σχετιζόμενης με την υγεία ποιότητας ζωής των ασθενών που έχουν υποβληθεί είτε σε ενδαγγειακή (EVAR) είτε σε ανοικτή χειρουργική αποκατάσταση ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε τμήματα αγγειοχειρουργικής νοσοκομείων της Αθήνας (Νοσοκομείο «Γ. Γεννηματάς»), της Θεσσαλονίκης (Νοσοκομείο «Ιπποκράτειο») και της Αλεξανδρούπολης (Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης). Για τη συλλογή των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε το εργαλείο «επισκόπηση υγείας SF-36». Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, οι ασθενείς με ενδαγγειακή αποκατάσταση βαθμολογούσαν με χαμηλότερη τιμή την ποιότητα ζωής στη δεκάβαθμη κλίμακα (μέση τιμή=6,88, τυπική απόκλιση=1,87), σε σχέση με τους ασθενείς με ανοικτή αποκατάσταση (μέση τιμή=8,33, τυπική απόκλιση=1,36). Αντίστοιχα, οι ασθενείς που είχαν υποβληθεί στην ανοικτή χειρουργική μέθοδο σημείωναν υψηλότερες τιμές σε όλες τις κλίμακες της επισκόπησης υγείας SF-36 έναντι των ασθενών που είχαν υποβληθεί στην ενδοαυλική μέθοδο αποκατάστασης EVAR. Αν και η ενδαγγειακή μέθοδος σχετίζεται με σύντομη και λιγότερο παρεμβατική νοσοκομειακή πορεία και λιγότερες μετεγχειρητικές επιπλοκές, οι ασθενείς με ενδαγγειακή αντιμετώπιση εμφάνισαν χαμηλότερες τιμές των παραμέτρων της ποιότητας ζωής 6 μήνες μετά από την παρέμβαση, συγκρινόμενοι με τους ασθενείς της ανοικτής/κλασικής μεθόδου.

2008
Σαρρής Μ., Γούλα Α., Σούλης Σ., Σταυροπούλου Αικ., Επισκόπηση Υγείας μεταμοσχευμένων ασθενών σε τελικό στάδιο χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας. Περιοδικό Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής: 25(2): 177-183

περισσότερα...

Σκοπός της μελέτης είναι η διερεύνηση της ποιότητας ζωής ασθενών που έχουν υποβληθεί σε επιτυχή μεταμόσχευση νεφρού. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα και Θεσσαλονίκη σε δείγμα 407 μεταμοσχευμένων ασθενών. Για την εκτίμηση της ποιότητας ζωής χρησιμοποιήθηκε το όργανο μέτρησης “Επισκόπηση Υγείας SF-36”. Τα ερωτηματολόγια συμπληρώθηκαν από τους ασθενείς με τη μέθοδο της αυτό-αναφοράς πριν από την επίσκεψή τους στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία των μεταμοσχευτικών κέντρων. Οι μεταμοσχευμένοι νεφροπαθείς σημείωσαν τις ακόλουθες βαθμολογίες α) στις κλίμακες της σωματικής υγείας: σωματικός πόνος 70,8, σωματική λειτουργικότητα 60,3, σωματικός-ρόλος 57,2, γενική υγεία 50,7 και β) στις κλίμακες της ψυχοκοινωνικής υγείας: κοινωνική λειτουργικότητα 68,6, ψυχική υγεία 61,4, συναισθηματικός-ρόλος 58,2, ζωτικότητα 56,7. Η εκτίμηση τόσο της σωματικής όσο και της ψυχοκοινωνικής υγείας εξαρτάται από τη συνολική ικανοποίηση από τη ζωή, την ικανότητα εργασίας και την επίδραση των επιπλοκών, ενώ αντίθετα η ηλικία και το εισόδημα δεν φαίνεται να ασκούν σημαντικό ρόλο. Το φύλο, η συχνότητα νοσηλείας, η διάρκεια θεραπείας και η εκπαίδευση επηρεάζουν περισσότερο την εκτίμηση της ψυχοκοινωνικής υγείας. Οι μεταμοσχευμένοι νεφροπαθείς εκφράζουν σημαντική μείωση των επιπτώσεων του σωματικού πόνου στις συνηθισμένες τους δραστηριότητες εντός και εκτός κατοικίας και σημαντική βελτίωση της κοινωνικής τους λειτουργικότητας. Εντούτοις, η γενική υγεία των ασθενών δεν βελτιώνεται ανάλογα καθώς η βελτίωση της ζωτικότητας και της ψυχικής τους υγείας παρουσιάζουν μεγαλύτερες απαιτήσεις από την αποκατάσταση των κοινωνικών τους δραστηριοτήτων.

2008
Σαρρής Μ., Γούλα Α. Γκιόκα Β., Σούλης Σ., Ποιότητα ζωής ασθενών και ποιότητα φροντίδας υγείας μετά τη νεφρική μεταμόσχευση. Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, 25(2):201-208

περισσότερα...

Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η αξιολόγηση ειδικών προσδιοριστών της σχετιζόμενης με την υγεία ποιότητας ζωής και της ποιότητας της παρεχόμενης φροντίδας υγείας σε ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε επιτυχή μεταμόσχευση νεφρού. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα σε δείγμα 212 μεταμοσχευμένων ασθενών. Τα ερωτηματολόγια συμπληρώθηκαν από τους ασθενείς με τη μέθοδο της αυτό-αναφοράς κατά την επίσκεψή τους στα εξωτερικά ιατρεία. Ως όργανα συλλογής δεδομένων χρησιμοποιήθηκαν η ‘Επισκόπηση Υγείας SF-36’ για την εκτίμηση της σωματικής και ψυχοκοινωνικής υγείας των ασθενών και η ‘Επισκόπηση Υγείας Μεταμοσχευμένων Ασθενών’ για την εκτίμηση της ικανότητας εργασίας, της διαμόρφωσης νέων αντιλήψεων για την υγεία, της ικανοποίησης από την ποιότητα της θεραπευτικής σχέσης και την ποιότητα της παρεχόμενης φροντίδας υγείας μετά τη νεφρική μεταμόσχευση. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η ικανότητα εργασίας σε μεγαλύτερο βαθμό και η διαμόρφωση θετικών αντιλήψεων για την υγεία και τη ζωή σε μικρότερο βαθμό εξαρτώνται από το φύλο, τη ηλικία, τη διάρκεια της αιμοκάθαρσης πριν τη μεταμόσχευση, τη διάρκεια της νεφροπάθειας πριν την αιμοκάθαρση, τη συχνότητα νοσηλείας και την επιρροή των συμπτωμάτων. Η αντίληψη των ασθενών για το ρόλο-ιατρού στη θεραπευτική σχέση εξαρτάται σε μεγαλύτερο βαθμό από την επιρροή των συμπτωμάτων και τη διάρκεια της μεταμόσχευσης, ενώ η αντίληψη των ασθενών για το ρόλο των ιδίων εξαρτάται περισσότερο από την εκπαίδευση και τη διάρκεια της μεταμόσχευσης. Η ικανοποίηση των ασθενών από την ποιότητα της παρεχόμενης φροντίδας υγείας εξαρτάται από την εκπαίδευση, την εμφάνιση και το βαθμό επιρροής των συμπτωμάτων καθώς και από τη συχνότητα νοσηλείας. Τα κύρια συμπεράσματα εστιάζονται στη διαπίστωση ότι η ικανοποίηση των ασθενών από την ποιότητα ζωής ακολουθεί φθίνουσα τάση στη διάρκεια των ετών μετά τη μεταμόσχευση, σημειώνοντας μια οριακή φθίνουσα χρησιμότητα με τη συμπλήρωση της πρώτης πενταετίας επιτυχούς μεταμόσχευσης. Η ποιότητα των υπηρεσιών υγείας επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την εκτίμηση της σχετιζόμενης με την υγεία ποιότητας ζωής των ιδίων των ασθενών. Η παροχή ολιστικής φροντίδας υγείας αναμένεται να βελτιώσει κατά 21% την κατάσταση της σωματικής τους υγείας, κατά 50% την κατάσταση της ψυχο-κοινωνικής τους υγείας και κατά 15% την ικανότητα εργασίας των ιδίων μετά τη μεταμόσχευση

2008
Σαρρής Μ., Γούλα Α. Σούλης Σ., Σχετιζόμενη με την Υγεία Ποιότητα Ζωής Ασθενών μετά τη μεταμόσχευση ήπατος. Περιοδικό Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, 25(3): 334-340

περισσότερα...

Σκοπός της μελέτης είναι η διερεύνηση της σχετιζόμενης με την υγεία ποιότητας ζωής ασθενών που έχουν υποβληθεί σε επιτυχή μεταμόσχευση ήπατος. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στην Θεσσαλονίκη σε δείγμα 28 μεταμοσχευμένων ασθενών σε τελικό στάδιο ηπατικής ανεπάρκειας. Για την εκτίμηση της ποιότητας ζωής χρησιμοποιήθηκε το όργανο μέτρησης “Επισκόπηση Υγείας SF-36”. Τα ερωτηματολόγια συμπληρώθηκαν από τους ασθενείς με τη μέθοδο της αυτό-αναφοράς πριν από την επίσκεψή τους στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία της μονάδας μεταμοσχεύσεων. Οι μεταμοσχευμένοι ηπατοπαθείς σημείωσαν τις ακόλουθες κατά σειρά βαθμολογίες α) στις κλίμακες της σωματικής υγείας: σωματικός πόνος 77,7, σωματική λειτουργικότητα 67,3, γενική υγεία 56,6, σωματικός-ρόλος 51,7, και β) στις κλίμακες της ψυχοκοινωνικής υγείας: κοινωνική λειτουργικότητα 72,7, ψυχική υγεία 71,0, ζωτικότητα 60,5, συναισθηματικός-ρόλος 59,5. Η εκτίμηση της σχετιζόμενης με την υγεία ποιότητας ζωής των μεταμοσχευμένων ηπατοπαθών εξαρτάται από τη συνολική ικανοποίηση των ιδίων από τη ζωή, τη συχνότητα νοσηλείας, την επίδραση των επιπλοκών και την ικανότητα εργασίας, παράγοντες οι οποίοι καταγράφονται ως οι ισχυρότεροι συντελεστές εξάρτησης τόσο της σωματικής όσο και της ψυχοκοινωνικής υγείας. Οι μεταμοσχευμένοι ηπατοπαθείς εκφράζουν σημαντική μείωση των επιπτώσεων του σωματικού πόνου στις συνηθισμένες τους δραστηριότητες και σημαντική βελτίωση της κοινωνικής λειτουργικότητας και της ψυχικής τους υγείας. Εντούτοις, η γενική υγεία και η ζωτικότητα τους δεν βελτιώνεται ανάλογα όπως και η άσκηση ρόλων που αφορούν τη σωματική και ψυχο- συναισθηματική κατάσταση της υγείας τους.

2008
Παπαγιαννοπούλου Β., Πιερράκος Γ., Σαρρής Μ., Υφαντόπουλος Ι., Μέτρηση ικανοποίησης χρηστών υπηρεσιών υγείας. Περιοδικό Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, 25(1):73-82

περισσότερα...

Η μέτρηση της ικανοποίησης των χρηστών του Γενικού Νοσοκομείου Παίδων Αθηνών (Παν.& Αγλαΐας Κυριακού) από τις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας. Για την αξιολόγηση της ικανοποίησης των χρηστών των υπηρεσιών του νοσοκομείου επιλέχθηκε ένα δείγμα 1000 ατόμων, με τη μέθοδο της στρωματοποιημένης τυχαίας δειγματοληψίας. Ειδικότερα, οι συνοδοί των παιδιών κλήθηκαν να υποδείξουν την ικανοποίησή τους αφενός από την ποιότητα των διαδικασιών εισαγωγής των ασθενών στο νοσοκομείο και αφετέρου από το προσωπικό του νοσοκομείου (ιατρικό, νοσηλευτικό και διοικητικό προσωπικό). Η ικανοποίηση μετρήθηκε με τη χρήση της πεντάβαθμης κλίμακας Likert στην οποία το 1 αντιπροσώπευε το «καθόλου ικανοποιημένος» και το 5 το «απόλυτα ικανοποιημένος». Τα ερωτηματολόγια συμπληρώθηκαν, με τη μέθοδο της προσωπικής συνέντευξης. Συνολικά το 45,2%.των συνοδών έμειναν πολύ έως απόλυτα ικανοποιημένοι από την ενημέρωση που τους παρείχε το νοσοκομείο. Επιπρόσθετα, το 49% των συνοδών δήλωσε πολύ ικανοποιημένο από την ταχύτητα στις διαδικασίες εισαγωγής, ενώ 150 συνολικά συνοδοί δεν έμειναν καθόλου ικανοποιημένοι από την ταχύτητα εισαγωγής. Ποσοστό 54,3% εμφανίστηκε πολύ έως απόλυτα ικανοποιημένο από την ευγένεια του προσωπικού, ενώ μόλις το 2,1% είχε παράπονα από τη γενικότερη συμπεριφορά του. Οι ιατρικές υπηρεσίες βαθμολογήθηκαν κατά μέσο όρο με 3,6, ενώ οι νοσηλευτικές υπηρεσίες με 3,4. Επίσης, το 33,4% των συνοδών δήλωσε πολύ ικανοποιημένο από την ευγένεια, το 32,8% από την κατανόηση και 32,1% από την εξυπηρέτηση του διοικητικού προσωπικού. Οι συνοδοί βαθμολόγησαν κατά μέσο όρο τις υποδομές του νοσοκομείου με 2,4, ενώ στην ανοιχτή ερώτηση η πλειοψηφία τους δήλωσε ότι χρίζουν ανακαίνισης. Η συνολική αξιολόγηση των υπηρεσιών του νοσοκομείου, αποδεικνύει ότι οι συνοδοί των ασθενών έμειναν τελικά περισσότερο ικανοποιημένοι από αυτό που προσδοκούσαν. Οι εργαζόμενοι του νοσοκομείου -ειδικά στις ιατρονοσηλευτικές υπηρεσίες- αξιολογούνται με αρκετά υψηλό βαθμό από τους χρήστες των υπηρεσιών, γεγονός που βελτιώνει τη συνολική εικόνα του νοσοκομείου. Εν αντιθέσει, οι υποδομές του νοσοκομείου επηρεάζουν αρνητικά την ικανοποίηση του χρήστη.

2006
Σαρρής Μ., Πιερράκος Γ., Αμίτσης Γ., Κυριόπουλος Γ. Σούλης Σ., Εκπαιδευτικές ανάγκες και συνεχιζόμενη κατάρτιση ανθρώπινου δυναμικού τομέα υγείας. Περιοδικό Νοσηλευτική Οκτ.-Δεκ.2006 45(1): 543-551

περισσότερα...

Σκοπός της παρούσας δημοσίευσης είναι η διερεύνηση της κατάστασης του ανθρώπινου δυναμικού του τομέα υγείας ως προς τις εκπαιδευτικές του ανάγκες και τη συμμετοχή του σε προγράμματα συνεχιζόμενης κατάρτισης. Το μέγεθος του δείγματος των εργαζομένων στον τομέα υγείας ανέρχεται σε 1.228 εργαζόμενους σε νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ. από τους οποίους ποσοστό 18,7% (Ν=229) είναι ιατρικό προσωπικό, 32,8% (Ν=403) νοσηλευτικό, 25,7 % (Ν=316) διοικητικό και 12,8 % (Ν=280) τεχνολογικό προσωπικό. Για τη συλλογή των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε δομημένο ερωτηματολόγιο ειδικά διαμορφωμένο για κάθε κατηγορία προσωπικού. Το πεδίο κατάρτισης της διακίνησης της ιατρικής πληροφορίας στο διαδίκτυο λαμβάνει την πρώτη θέση στις προτιμήσεις των ιατρών με τον δείκτη επιλογής να σημειώνει την υψηλότερη τιμή (11,75%). Για τους νοσηλευτές το αντικείμενο κατάρτισης με τον υψηλότερο δείκτη επιλογής(13,9%) αφορά στο πεδίο κατάρτισης της συνολικής διασφάλισης ποιότητας και της επείγουσας νοσηλευτικής φροντίδας (5,8%). Για τους διοικητικούς τον υψηλότερο δείκτη σημειώνει η οργάνωση και διοίκηση των υπηρεσιών υγείας (17,8%). Τέλος στο τεχνολογικό προσωπικό τον υψηλότερο δείκτη σημειώνει η χρήση Η/Υ (23,2%). Η κριτική θεώρηση των προτεινόμενων αντικειμένων κατάρτισης αποκαλύπτει ότι ο κύριος όγκος της ανάγκης εντοπίζεται σε αντικείμενα που παρέχουν βασικές ή απαραίτητες γνώσεις και δεξιότητες (core knowledge), ενώ ακολουθούν τα αντικείμενα εξειδικευμένης ή τεχνολογικής γνώσης (specialized knowledge).

2006
Σαρρής Μ., Πιερράκος Γ., Αμίτσης Γ., Κυριόπουλος Γ. Σούλης Σ., Αξιολόγηση δομών συνεχιζόμενης κατάρτισης στις υπηρεσίες υγείας. Περιοδικό Νοσηλευτική, 45(1):118-128

περισσότερα...

Η παρούσα έρευνα είναι η συνέχεια των προηγούμενων ερευνών που συσχετίζονται με την ανάλυση αναγκών της εκπαίδευσης του τομέα της υγείας. Ο στόχος της παρούσας μελέτης είναι να ερευνηθεί η άποψη ότι οι εκτελεστικοί διευθυντές του τομέα της υγείας ισχύουν για την ετοιμότητα των εκπαιδευτικών οργανώσεων και την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων της μακροχρόνιας επαγγελματικής κατάρτισης ζωής. 157 εκτελεστικοί διευθυντές που κατέχουν τη θέση του διευθυντή, συμμετείχαν στην έρευνα, καθώς επίσης και το εκτελεστικό προσωπικό των νοσοκομείων του ελληνικού εθνικού συστήματος υγείας (ΕΣΥ), και το εκτελεστικό προσωπικό στα κέντρα υγείας και στις αρχές περιοχής υγείας (Δ.ΥΠ.Ε.). Προκειμένου να ολοκληρωθεί η έρευνα, 21 κριτήρια αξιολόγησης χρησιμοποιήθηκαν που ομαδοποιήθηκαν σε 7 συστάδες. Η συλλογή των στοιχείων έγινε με τις επιτροπές και τις συνεντεύξεις χρήσης του εμπειρογνώμονα με τους ανώτερους υπαλλήλους των μονάδων υγείας και το προσωπικό υπεύθυνο για τα κέντρα κατάρτισης (KEK). Η συνολική μέση αξία των κριτηρίων της αξιολόγησης σε μια κλίμακα 1-5 ήταν 3.6 με μια διάμεσο 3.7 και μια σταθερή απόκλιση 0.35. Οι υψηλότεροι βαθμοί (4,1) απονεμήθηκαν στην επιλογή των θέσεων ότι τα προγράμματα πραγματοποιούνται, στην πείρα των καθηγητών και στο συντονισμό του concretisation των μακροχρόνιων προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης ζωής, ενώ αντίθετα οι χαμηλοί βαθμοί απονεμήθηκαν στην επιλογή των εκπαιδευτικών και στην αξιολόγηση των διαδικασιών των συμπερασμάτων κατάρτισης (3.1 και 3.05 αντίστοιχα). Η ανάλυση των αποτελεσμάτων δείχνει ότι τα μεγαλύτερα προβλήματα προκύπτουν στα εξής: α) στον προγραμματισμό και στον προσδιορισμό των επιμορφωτικών προγραμμάτων, β) στην ποιότητα και ποσότητα των ανθρώπινων και οικονομικών πόρων και γ) σε ορισμένα θέματα του διαθέσιμου εξοπλισμού. Επίσης, συνειδητοποιήθηκε ότι υπάρχει μια ιδιαίτερη ανάγκη για έγκριση των επιμορφωτικών προγραμμάτων στη θέση εργασίας. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ιδιαίτερη φύση της ιατρικής και νοσηλευτικής, κλινικός-εργαστηριακής και διοικητικός-διοικητικής δράσης στη σφαίρα των υγειονομικών υπηρεσιών, και στην υψηλή ειδίκευση που απαιτείται για τη χρήση του σχετικού υλικού.

2006
Μ. Σαρρής, Γ. Πιερράκος, Α. Γούλα, Β. Παλαιολόγου, Σ. Σούλης, Ανάπτυξη και ενδυνάμωση ανθρωπίνων πόρων στον τομέα πρόνοιας και κοινωνικής φροντίδας: Δια Βίου μάθηση και συνεχιζόμενη Κατάρτιση. Περιοδικό Επιθεώρηση Οικονομικών Επιστημών (βεβαίωση αποδοχής)

περισσότερα...

Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η διερεύνηση γνώμης του ανθρώπινου δυναμικού του τομέα πρόνοιας ως προς την αξιολόγηση των προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης και τον προσδιορισμό των εκπαιδευτικών του αναγκών. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε το 2004 σε 483 εργαζόμενους εκ των οποίων, οι άνδρες αποτελούν το 29,1% και οι γυναίκες το 70,9%. Η συλλογή των δεδομένων για τη διερεύνηση της γνώμης των εργαζομένων πραγματοποιήθηκε με τη διεξαγωγή ποσοτικής έρευνας και τη χρήση δομημένου ερωτηματολογίου. Η συμμετοχή του προσωπικού σε προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης ανέρχεται σε ποσοστό 52,4%, η παρακολούθηση των οποίων αξιολογείται ικανοποιητική (μέση τιμή 3,80 στην 5βαθμη κλίμακα Likert) Ο βαθμός συμβολής των προγραμμάτων κατάρτισης στη βελτίωση της εργασιακής απόδοσης κρίνεται υψηλός (μέση τιμή 4,20 όπως και ο βαθμός αναγκαιότητας των προγραμμάτων κατάρτισης στην ανανέωση των γνώσεων και της περαιτέρω εξειδίκευσης του προσωπικού (μέση τιμή 4,5). Η αξιολόγηση των προγραμμάτων κατάρτισης εξαρτάται από την επαγγελματική εμπειρία και τις επιστημονικές δραστηριότητες του ανθρώπινου δυναμικού. Η επαγγελματική εμπειρία και η ενημέρωση του προσωπικού για τις εξελίξεις της επιστήμης καθώς και η ενεργός συμμετοχή του σε επιστημονικά συνέδρια, επιδρούν θετικά στην εκτίμηση του βαθμού ικανοποίησης από τα προγράμματα κατάρτισης.

2003
Σαρρής Μ., Χρυσάκης Μ., Σούλης Σ., Το Νοσοκομείο - ¨Επιχείρηση¨: Εκσυγχρονισμός, Καινοτομία, Νεωτερικότητα. Περιοδικό Επιθεώρηση Οικονομικών Επιστημών, τεύχος 3: 31-52

περισσότερα...

Σύμφωνα με τους συγγραφείς το μοντέλο του νοσοκομείου των προηγούμενων δεκαετιών φαίνεται ότι δεν επαρκεί, κατά κοινή ομολογία, σήμερα. Νέοι όροι και έννοιες εισέρχονται στην καθημερινότητα της ζωής εντός και εκτός των τειχών των υπηρεσιών υγείας και διαμορφώνουν μια νέα κουλτούρα εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης.. Η ποιότητα των υπηρεσιών υγείας γίνεται συνώνυμη της οικονομικής αποδοτικότητας ή της παραγωγής του αγαθού υγεία με το ελάχιστο κόστος. Παράλληλα, η ¨βιομηχανοποίηση¨ των υπηρεσιών υγείας, αντίληψη στην οποία στηρίχθηκε η φιλοσοφία της οργάνωσης της εργασίας, συνάδει με την επικυριαρχία της οικονομικής λειτουργίας των υπηρεσιών υγείας. Το νοσοκομείο, ως το επίκεντρο του συστήματος υγείας στο πλαίσιο της νέας αυτής πραγματικότητας και κουλτούρας, προωθείται να λειτουργήσει ως μια ιδιότυπη ή παράδοξη επιχείρηση. Μια επιχείρηση η οποία, δανειζόμενη στοιχεία από τις επιχειρήσεις της ελεύθερης αγοράς, οφείλει να ακροβατεί, ισορροπώντας ανάμεσα σε δύο πόλους, μεταξύ των οποίων αναπτύσσονται αντίρροπες δυνάμεις καθώς ο καθένας τους επικεντρώνεται ξεχωριστά στην υγεία, είτε ως κοινωνικό αγαθό είτε ως οικονομικό αγαθό. Οι αλλαγές αυτές διαμορφώνουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο ζητήματα διάρθρωσης δομών και λειτουργιών, οργάνωσης της εργασίας, καθώς και ζητήματα κατανομής ισχύος και ρόλων οφείλουν να επανεξεταστούν και να επανακαθοριστούν.

2002
Σ. Σούλης, Μ. Σαρρής, Κοινωνική ασφάλεια και ποιότητα ζωής: Δικαιώματα, προσδοκίες και ανάγκες στη σύγχρονη κοινωνία- Προς μία μεταθεωρία ενός σύγχρονου συστήματος Κοινωνικής Ασφάλειας. Περιοδικό Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών (βεβαίωση αποδοχής)

περισσότερα...

Μια μεταθεωρία ενός σύγχρονου συστήματος Κοινωνικής Ασφάλειας στηρίζεται στον εννοιολογικό επαναπροσδιορισμό της κοινωνικής ασφάλειας, ο οποίος επικεντρώνεται στην ανάλυση και αντιμετώπιση των παραγόντων κινδύνου που επηρεάζουν την κοινωνική προστασία και την ποιότητα ζωής του ατόμου στη σύγχρονη κοινωνία. Η διασφάλιση της κοινωνικής προστασίας και της ποιότητας ζωής επιτυγχάνεται με τη σύγκλιση των κοινωνικό-οικονομικών και πολιτισμικών ανισοτήτων. Οι μείζονες-μαξιμαλιστικοί στόχοι ενός σύγχρονου συστήματος Κοινωνικής Ασφάλειας συνίστανται στην προαγωγή της σωματικής και ψυχο-κοινωνικής υγείας, στην ανάπτυξη της προσωπικότητας και της ολικής ευεξίας του ατόμου. Οι ελάσσονες-μινιμαλιστικοί στόχοι αφορούν τη διατήρηση της ανθρώπινης ζωής (ασθένεια, αναπηρία, γήρας) και την κοινωνική διαβίωση (εργασία, εκπαίδευση, κατοικία). Η προσέγγιση των μινιμαλιστικών και μαξιμαλιστικών στόχων της κοινωνικής ασφάλειας οφείλει να μην είναι ¨σειριακή¨ αλλά ¨παράλληλη¨, εναλλασσόμενη και διαδυναμική. Η θεωρία της Ποιότητας Ζωής συμβάλλει σημαντικά στην κατανόηση και ερμηνεία του πολυδιάστατου φαινομένου της κοινωνικής ασφάλειας στις αρχές του 21ου αιώνα. Μια μεταθεωρία ενός σύγχρονου συστήματος Κοινωνικής Ασφάλειας λαμβάνει υπόψη τα νέα κοινωνικά, πολιτισμικά, δημογραφικά και περιβαλλοντικά δρώμενα σε συνδυασμό με τις πρωταρχικές ανάγκες και τους λειτουργικούς στόχους του σύγχρονου κοινωνικού ατόμου. Στο άρθρο αυτό επιχειρείται η διεξοδική προσέγγιση της αποτελεσματικότητας και χρησιμότητας του συστήματος Κοινωνικής Ασφάλειας στο σύγχρονο κοινωνικό γίγνεσθαι σε συνδυασμό με την ποιότητα ζωής του σύγχρονου κοινωνικού ατόμου. Προσδιορίζονται οι μινιμαλιστικοί και μαξιμαλιστικοί στόχοι του καθώς και η σειριακή και παράλληλη δυνατότητα επίτευξής τους. Επισημαίνεται επίσης η ανάγκη διαμόρφωσης μια μετα-θεωρίας ενός σύγχρονου ανοικτού συστήματος Κοινωνικής Ασφάλειας, στηριζόμενο στις αρχές της καθολικότητας και της πραγματικότητας αλλά και στις αρχές της εξατομίκευσης και της ικανοποίησης από την ποιότητα ζωής. Ένα σύστημα Κοινωνικής Ασφάλειας οφείλει, ως γνωστόν, να ενδιαφέρεται άμεσα για τη σχετιζόμενη με την υγεία, την εργασία, τη δια βίου εκπαίδευση, το περιβάλλον κ.ά ποιότητα ζωής.

2002
Μ. Χρυσάκη, Μ. Σαρρής, Σ. Σούλης, Ανισότητες πρόσβασης στην τριτοβάθμια νοσηλευτική εκπαίδευση στην Ελλάδα (1984-1998). Περιοδικό Νοσηλευτική (βεβαίωση αποδοχής)

περισσότερα...

Η πρόσβαση στην Ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση (ιδίως στον τομέα των Επιστημών Υγείας) και οι σχετικές διαδικασίες επιλογής επηρεάζονται από κοινωνικά προσδιορισμένες ανισότητες. Διαπιστώνεται ότι οι εκάστοτε «μεταρρυθμιστικές» παρεμβάσεις καθιστούν περισσότερο ανταγωνιστικές τις διαδικασίες επιλογής με αποτέλεσμα να επωφελούνται, κατά προτεραιότητα, αυτοί που είναι ήδη ευνοημένοι λόγω κοινωνικής καταγωγής. Η ανάλυση των επίσημων στατιστικών στοιχείων της Ε.Σ.Υ.Ε. (1984-1998) δείχνει ότι το επάγγελμα του πατέρα αναδεικνύεται ως ένας σημαντικός παράγοντας διαφοροποίησης των σχετικών πιθανοτήτων πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση τόσο του τομέα των Επιστημών Υγείας συνολικά όσο και ειδικότερα στα Τμήματα Νοσηλευτικής με τις αντίστοιχες ανισότητες πρόσβασης να αυξάνονται διαχρονικά.

2002
Σαρρής Μ., Χρυσάκης Μ., Σούλης Σ., Επικοινωνία και διαχείριση πληροφορίας στις υπηρεσίες υγείας: Από τον ιατρικό φάκελο στο φάκελο φροντίδας υγείας. Περιοδικό Νοσηλευτική, τεύχος 41 (2): 174-184

περισσότερα...

Σύμφωνα με τους συγγραφείς, δεδομένης της περιπλοκότητας του σύγχρονου νοσοκομείου και των πολλαπλών εξειδικεύσεων των επαγγελμάτων υγείας, το ζήτημα της οργάνωσης ενός συστήματος επικοινωνίας και ροής πληροφοριών αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Ο όγκος και το είδος των πληροφοριών που διακινούνται καθημερινά απαιτεί ένα σύστημα διαχείρισης που εξασφαλίζει την ποιότητα της επικοινωνίας μεταξύ των λειτουργών υγείας που ασκούν διαφορετικούς ρόλους και είναι φορείς θέσεων εργασίας διαφορετικής ισχύος και κύρους, όπως εξίσου, μεταξύ αυτών των ιδίων και των ασθενών. Η ποιότητα της επικοινωνίας είναι, ως γνωστόν, η παράμετρος εκείνη που καθορίζει σημαντικά την ικανοποίηση του ασθενή αλλά και των λειτουργών υγείας. Ο βαθμός ικανοποίησης των δύο αυτών συντελεστών αποκτά βαρύνουσα σημασία στη διασφάλιση της συνολικής ποιότητας των υπηρεσιών υγείας. Σε ένα νέου τύπου νοσοκομείο η οργάνωση ενός συστήματος πληροφόρησης και επικοινωνίας παρουσιάζει μια δυναμική προοπτική. Τόσο το είδος, όσο και ο όγκος της πληροφοριών που κυκλοφορούν κατά την καθημερινή λειτουργία του νοσοκομείου απαιτούν ένα σύστημα διαχείρισης της πληροφορίας. Πρόσφατα μια νέα ιδέα σχετικά με το φάκελο φροντίδας υγείας ως κεντρικό σημείο όλων των πληροφοριών έχει γίνει αποδεκτή διεθνώς. Ο φάκελος φροντίδας υγείας στηρίζεται στην ιατρική, νοσηλευτική και διοικητική πληροφορία και επιτρέπει την ολιστική θεώρηση του αρρώστου ως υποκειμένου υγείας. Αυτή η καινοτομία διασφαλίζει παράλληλα την ποιότητα της επικοινωνίας μεταξύ των μελών του προσωπικού υγείας καθώς και μεταξύ αυτών και των ασθενών. Η ποιότητα της επικοινωνίας αποτελεί έναν από τους πλέον σημαντικούς παράγοντες που επιδρούν στην ικανοποίηση των ασθενών και του προσωπικού. Αμφότερες η επικοινωνία και η διαχείριση της πληροφορίας ενεργούν θετικά στη συνολική διασφάλιση ποιότητας των υπηρεσιών υγείας.

2002
Σαρρής Μ., Χρυσάκης Μ., Σούλης Σ., Ανισότητες στην Υγεία: Μία κριτική προσέγγιση. Περιοδικό Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, τεύχος 19 (6): 672-687

περισσότερα...

Σύμφωνα με τους συγγραφείς, η βελτίωση των συνθηκών ζωής κατά τον 20ο αιώνα, η ανάπτυξη θεσμών του κοινωνικού κράτους, η εγκατάσταση και λειτουργία σε πολλές χώρες εθνικών συστημάτων υγείας καλλιέργησαν την προσδοκία της συρρίκνωσης ή και της κατάργησης των κοινωνικών ανισοτήτων στην υγεία. Η προσδοκία αυτή στηρίχθηκε, κατά ένα μεγάλο μέρος, στην πεποίθηση ότι η οικονομική ανάπτυξη θα επιφέρει, κατ’ ανάγκη, βελτίωση της υγείας και της ποιότητας ζωής του πληθυσμού μιας χώρας. Ωστόσο, πως ερμηνεύεται το γεγονός της συνεχιζόμενης, σε όλες σχεδόν τις χώρες, αύξησης του προσδόκιμου ζωής, ενώ παράλληλα, η υγεία και η ποιότητα ζωής περιορίζεται αισθητά από τις κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες στις οποίες ζει το σύγχρονο κοινωνικό άτομο; Κατά τους συγγραφείς θα πρέπει να διερευνηθούν και οι κοινωνικο- πολιτιστικοί παράγοντες μιας χώρας, προκειμένου να επιτευχθεί μια επαρκής ερμηνεία του παράδοξου ότι παρά την οικονομική ανάπτυξη και τη βελτίωση του προσδόκιμου ζωής, οι ανισότητες στην υγεία δεν περιορίζονται απλώς αλλά σταθερά διαφοροποιούνται και διευρύνονται. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, η πολυδιάστατη προσέγγιση των κοινωνικών ανισοτήτων στην υγεία διαμορφώνει διαφορετικές ερμηνευτικές θεωρήσεις που επιδιώκουν να δημιουργήσουν ένα επεξηγηματικό πλαίσιο κατανόησής τους. Τα αποτελέσματα των μελετών που έχουν διεξαχθεί τις τελευταίες δεκαετίες υποδεικνύουν σήμερα την αναγκαιότητα της σύνθεσης των ερμηνευτικών θεωριών και καθιστούν αναγκαία την πολυδιάστατη προσέγγιση των κοινωνικών ανισοτήτων στην υγεία. Η πολυδιάστατη αυτή προσέγγιση, θα επιτρέψει σε μελλοντικές μελέτες, τη διαμόρφωση μιας μετα-θεωρίας των κοινωνικών ανισοτήτων στην υγεία, καθώς τόσο η υγεία, όσο και η ποιότητα ζωής του ατόμου στο σύγχρονο κοινωνικο-οικονομικό και πολιτιστικό γίγνεσθαι χαρακτηρίζονται από ένα συνδυασμό υποκειμενικών και αντικειμενικών παραγόντων και μια περιπλοκότητα της κοινωνικής πραγματικότητας και των αναπαραστάσεών της. Τα οφέλη από μια σύνθεση των ανωτέρω προσεγγίσεων των επιμέρους διαστάσεων των ανισοτήτων στην υγεία και των επιδράσεων των συναντίστοιχων παραγόντων στην υγεία είναι προφανή και η χρησιμότητά τους κρίνεται αποτελεσματική. Η πολυδιάστατη προσέγγιση των κοινωνικών ανισοτήτων στην υγεία προσφέρει επίσης ένα κατανοητό και επεξηγηματικό πλαίσιο των επιδράσεών τους στο σύνολο της κοινωνίας, επιδράσεις που καθιστούν μια κοινωνία περισσότερο ή λιγότερο υγιή από μια άλλη, ένα άτομο περισσότερο ή λιγότερο υγιές από ένα άλλο. Μια κοινωνία που χαρακτηρίζεται μη υγιής, ανεξάρτητα από το βαθμό της οικονομικής της ανάπτυξης, οφείλει να επικεντρωθεί στην ανθρώπινη ανάπτυξη, προκειμένου να αποκτήσει χαρακτηριστικά υγιούς κοινωνίας. Προς αυτήν την κατεύθυνση μια υγιής κοινωνία οφείλει επιπλέον να στηριχθεί περισσότερο στο κοινωνικό κεφάλαιο, το οποίο ως συστατικό – δομικό στοιχείο της κοινωνικής ζωής έχει την ισχύ να περιορίσει τις επιβλαβείς επιπτώσεις των κοινωνικών ανισοτήτων στην υγεία του πληθυσμού.

2002
Χρυσάκης Μ., Σαρρής Μ., Σούλης Σ., Ανισότητες πρόσβασης στα τμήματα Ιατρικής των Ελληνικών ΑΕΙ: Κοινωνικές και διαπανεπιστημιακές διαφοροποιήσεις. Περιοδικό Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, τεύχος 19 (5): 590-597

περισσότερα...

Σύμφωνα με τους συγγραφείς, η πρόσβαση στην Ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση (ιδίως στον τομέα της ιατρικής) και οι σχετικές διαδικασίες επιλογής επηρεάζονται από κοινωνικά προσδιορισμένες ανισότητες. Με δεδομένο ότι όλα τα συστήματα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι συγκεντρωτικά και κεντρικά διαχειριζόμενα, ερευνάται τα κατά πόσο οι εκάστοτε «μεταρρυθμιστικές» παρεμβάσεις καθιστούν περισσότερο ή λιγότερο ανταγωνιστικές τις διαδικασίες επιλογής με αποτέλεσμα να επωφελούνται, κατά προτεραιότητα, αυτοί που είναι ήδη ευνοημένοι λόγω κοινωνικής καταγωγής. Η ανάλυση των επίσημων στατιστικών στοιχείων της Ε.Σ.Υ.Ε (1984-1998) δείχνει ότι το επάγγελμα του πατέρα αναδεικνύεται ως ένας σημαντικός παράγοντας διαφοροποίησης των σχετικών πιθανοτήτων πρόσβασης στην πανεπιστημιακή ιατρική εκπαίδευση με τις αντίστοιχες ανισότητες πρόσβασης να αυξάνονται διαχρονικά.

2001
Σαρρής Μ., Σούλης Σ., Επαγγελματική αποκατάσταση και κοινωνική ένταξη ΑΜΕΑ. Περιοδικό Κοινωνική Εργασία, τεύχος 63: 135-155

περισσότερα...

Στο πλαίσιο της δημοσίευσης αυτής, κατά τη δεκαετία του ΄90, η πολιτική της αποκατάστασης των Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες (ΑμΕΑ) εκφράζεται με την ανάπτυξη νέων μορφών ένταξης ή επανένταξής τους στην κοινότητα, στην εργασία, στην οικογένεια. Οι νέες αυτές μορφές αναπτύσσονται ως νέες δομές ενός σύγχρονου συστήματος κοινωνικής προστασίας και αφορούν κυρίως τις μορφές της Κοινωνικής Εταιρείας, της Υποστηριζόμενης Εργασίας και της Υποστηριζόμενης Διαβίωσης. Η Κοινωνική Εταιρεία εκφράζει μια νέου τύπου κοινωνική επιχείρηση, η οποία λειτουργεί ως μια ¨κερδοσκοπική / μη κερδοσκοπική¨ εταιρεία στην ελεύθερη αγορά. Η πλειονότητα των εργαζόμενων σε αυτήν αποτελείται από ΑμΕΑ και το αίνιγμα της διαχείρισής της καθώς και η δυναμική της βιωσιμότητάς της αποτελούν μια μεγάλη πρόκληση στη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα. Η Υποστηριζόμενη Εργασία αποτελεί μια άλλη νέα μορφή, πλην της Προστατευόμενης Εργασίας, επαγγελματικής αποκατάστασης των ΑμΕΑ. Το άρθρο αυτό επιχειρεί τη διεξοδική ανάλυση των νέων μορφών επαγγελματικής αποκατάστασης και κοινωνικής ένταξης των ΑμΕΑ. Οι νέες μορφές που αναπτύσσονται με ταχύς ρυθμούς στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφορούν τόσο την προστατευόμενη και υποστηριζόμενη εργασία όσο και την υποστηριζόμενη διαβίωση των ΑμΕΑ στον κοινωνικό τους χώρο. Ειδικότερα, το άρθρο αναλύει με διεξοδικό τρόπο ζητήματα επαγγελματικής κατάρτισης και απασχόλησης των ΑμΕΑ σε προστατευμένα εργαστήρια, επισημαίνοντας την ανάγκη επανασχεδιασμού της εκπαιδευτικής πολιτικής των κέντρων κατάρτισης με γνώμονα τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Παράλληλα, προσεγγίζεται το ζήτημα των κοινωνικών επιχειρήσεων ως μιας νέας δομής του τομέα της κοινωνικής οικονομίας, όπως και το ζήτημα της υποστηριζόμενης εργασίας στην ελεύθερη αγορά. Προβλήματα θεραπευτικής και οικονομικής διαχείρισης, ζητήματα βιωσιμότητας και ανάπτυξης των κοινωνικών επιχειρήσεων αποτελούν ορισμένα από τα κύρια σημεία του άρθρου. Παράλληλα, στη μελέτη αυτή προσεγγίζονται οι κατευθυντήριες αρχές και οι στόχοι της υποστηριζόμενης διαβίωσης, ο σχεδιασμός και η ανάπτυξη των νέων αυτών δομών, καθώς και οι ανάγκες σε ανθρώπινο δυναμικό ως προς τις νέες επαγγελματικές εξειδικεύσεις που απαιτούνται.

2001
Σαρρής Μ., Σούλης Σ., Υφαντόπουλος Ι., Σχετιζόμενη με την υγεία ποιότητα ζωής: θεωρία της κοινωνικής παραγωγής λειτουργιών. Περιοδικό Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, τεύχος 18(3): 230-238

περισσότερα...

Κατά τους συγγραφείς, η θεωρία της Κοινωνικής Παραγωγής Λειτουργιών (ΚΠΛ) αναγνωρίζει ότι η υγεία είναι ένας από τους προσδιοριστικούς παράγοντες της ποιότητας ζωής και προτείνει ένα θεωρητικό πλαίσιο προσέγγισης των μηχανισμών επίδρασης της αρρώστιας στην ποιότητα ζωής. Υπό το πρίσμα της θεωρίας της ΚΠΛ, η ποιότητα ζωής εννοείται ως ψυχολογική ευεξία, η οποία ενυπάρχει στο σημείο εκείνο όπου οι πρωταρχικές ανάγκες (σωματική ευεξία και κοινωνική ευεξία) πληρούνται. Η θεωρία της ΚΠΛ. στηρίζεται στο αξίωμα ότι οι άνθρωποι παράγουν τη δική τους ευεξία στην προσπάθειά τους να ικανοποιήσουν τις πρωταρχικές τους ανάγκες. Για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους, οι άνθρωποι επιλέγουν τους τρόπους εκείνους που έχουν την καλύτερη σχέση κόστους – αποτελεσματικότητας. Η συμβολή της θεωρίας της ΚΠΛ έγκειται στο γεγονός ότι παρέχει τη δυνατότητα σύνθεσης των προβληματισμών που έχουν καταγραφεί στη διεθνή βιβλιογραφία. Οι προβληματισμοί αυτοί αφορούν αφενός, στη μονοδιάστατη ή πολυδιάστατη προσέγγιση της ποιότητας ζωής και αφετέρου, στην υποκειμενική ή αντικειμενική εκτίμησή της. Η δυνατότητα σύνθεσης στηρίζεται στην ιεραρχική διάρθρωση του συστήματος της κοινωνικής παραγωγής λειτουργιών. Η μονοδιάστατη προσέγγιση αναφέρεται στο ανώτερο επίπεδο της ιεραρχίας (ψυχολογική ευεξία, χρησιμότητα), ενώ η πολυδιάστατη επικεντρώνεται στο επίπεδο των λειτουργικών στόχων. Η αντικειμενική εκτίμηση αναφέρεται, αντίστοιχα, στο επίπεδο των δραστηριοτήτων ή πόρων, ενώ η υποκειμενική στο επίπεδο της ικανοποίησης των αναγκών ή των λειτουργικών στόχων. Το άρθρο αυτό επιχειρεί τη διαμόρφωση ενός θεωρητικού πλαισίου, επαρκούς να αποδώσει έναν εννοιολογικό και ερμηνευτικό προσδιορισμό της σχετιζόμενης με την υγεία ποιότητα ζωής ως πολυδιάστατου και πολυπαραγοντικού φαινόμενου. Ειδικότερα, επιχειρείται η ανάλυση των μηχανισμών επίδρασης της αρρώστιας στην ποιότητα ζωής σε μίκρο και μάκρο επίπεδο καθώς και η ανάπτυξη των κύριων στρατηγικών αντιμετώπισης των επιδράσεων αυτών για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών.

2001
Σαρρής Μ., Σούλης Σ., Ποιότητα ζωής αιμοκαθαιρομένων και μεταμοσχευμένων νεφροπαθών). Περιοδικό Ιατρική, τεύχος 79 (2): 158-163

περισσότερα...

Σύμφωνα με τους συγγραφείς, τα τελευταία χρόνια, η ιδία αντίληψη των ασθενών για την υγεία και την ποιότητα ζωής τους αποτελεί μια σημαντική μέτρηση των αποτελεσμάτων της θεραπευτικής αντιμετώπισης των ασθενών τελικού σταδίου χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας. Η αιμοκάθαρση θέτει έντονους περιορισμούς στον τρόπο ζωής των ασθενών, ενώ η νεφρική μεταμόσχευση φαίνεται να αποτελεί μια αποτελεσματική θεραπευτική μέθοδο για τους ασθενείς αυτούς. Οι ασθενείς με επιτυχή νεφρική μεταμόσχευση αναφέρουν μια καλύτερη αντίληψη για την υγεία τους συγκριτικά με τους υποβαλλόμενους σε αιμοκάθαρση ασθενείς. Οι αιμοκαθαιρόμενοι ασθενείς αντιλαμβάνονται την υγεία τους ως επιδεινούμενη και μειονεκτική σε όλες τις διαστάσεις (σωματική, ψυχοσυναισθηματική, κοινωνική ευεξία) της ποιότητας ζωής. Η επιτυχής νεφρική μεταμόσχευση επιφέρει μια καλύτερη ποιότητα ζωής ως προς τις αντικειμενικές και υποκειμενικές της όψεις, παρόλο που σημειώνεται μία ασυμβατότητα μεταξύ των εκτιμήσεων αυτών των παραμέτρων στο εσωτερικό της κάθε ομάδας ασθενών. Φαίνεται να μην είναι ευκρινές ποιες όψεις της ποιότητας ζωής έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα για κάθε άρρωστο στην πραγματοποίηση αυτών των εκτιμήσεων. Η εκτίμηση της ποιότητας ζωής αφορά μια πολυδιάστατη διαδικασία, όπου η τεκμηρίωση των αντικειμενικών όψεων μπορεί να είναι σχετικά απλή, ενώ αντίθετα των υποκειμενικών όψεων της ποιότητας ζωής είναι ιδιαίτερα περίπλοκη. Στο άρθρο αυτό επισημαίνεται η αναγκαιότητα μιας νέας, με ευκρινή τρόπο προσδιορισμένη, προσέγγισης, υποδεικνύοντας την ανάγκη διαχρονικών μελετών καθώς η υποκειμενική ποιότητα ζωής είναι εμφανές ότι αποτελεί μια κατάσταση μάλλον, παρά ένα αντικειμενικό χαρακτηριστικό και κατ’ επέκταση είναι υποκείμενη σε μεταβολές στο πέρασμα του χρόνου. Το άρθρο αυτό επιχειρεί μια κριτική προσέγγιση των ευρημάτων που αφορούν την ποιότητα ζωής των νεφροπαθών, επισημαίνοντας την παρατηρούμενη αναντιστοιχία των εκτιμήσεων μεταξύ των υποκειμενικών και αντικειμενικών διαστάσεων της. Προς τούτο, προβάλλεται η ανάγκη του αναπροσανατολισμού των μελετών και προτείνεται οι μελλοντικές έρευνες να επικεντρώνονται στον προσδιορισμό των παραγόντων εκείνων που ασκούν ειδική βαρύτητα στην υποκειμενική κρίση και εκτίμηση της ποιότητας ζωής των ασθενών προκειμένου να καταστεί δυνατή η εκτίμηση της υποκειμενικής αξίας-χρησιμότητας μιας θεραπευτικής μεθόδου.

2001
Υφαντόπουλος Ι., Σαρρής Μ., Σχετιζόμενη με την υγεία ποιότητα ζωής: Μεθοδολογία μέτρησης. Περιοδικό Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, 18(3): 158-163

περισσότερα...

Η ποιότητα ζωής είναι μία πλούσια σε περιεχόμενο έννοια και αποτελεί ένα πολυδιάστατο φαινόμενο. Το πλούσιο περιεχόμενό της απαιτεί αφενός την προσέγγιση πολλαπλών διαστάσεων της ποιότητας ζωής και αφετέρου την εκτίμηση της κάθε διάστασης με πολλαπλές ερωτήσεις. Οι πολλαπλών ερωτήσεων εκτιμήσεις μιας συγκεκριμένης διάστασης της ποιότητας ζωής είναι αναγκαίες, εάν επιδιώκεται η διερεύνησή της και η κατανόηση της σχέσης της με την αρρώστια, τη θεραπεία ή τις άλλες περιστάσεις της ζωής του αρρώστου. Μόνο με τη χρησιμοποίηση τέτοιων πολλαπλών μετρήσεων - οι οποίες προκύπτουν είτε από τα υπάρχοντα όργανα μέτρησης της ποιότητας ζωής, είτε από τη δημιουργία ενός νέου οργάνου μέτρησης, ειδικού για ένα συγκεκριμένο ερευνητικό πρόγραμμα - είναι δυνατή η εκτίμηση της εγκυρότητας και αξιοπιστίας της αποτίμησης μιας διάστασης. Αυτή η εκτίμηση μπορεί να οδηγήσει, με τη σειρά της, σε μία βελτιωμένη θεωρητική αντίληψη της διάστασης αυτής. Αυτός ο τρόπος αλληλεπίδρασης μεταξύ εκτίμησης και θεωρητικής αντίληψης μιας διάστασης προσδιορίζει την πρόοδο στον τομέα της έρευνας της ποιότητας ζωής. Στο άρθρο αυτό επιχειρείται η διαμόρφωση μιας βασικής μεθοδολογίας εκτίμησης και μέτρησης της ποιότητας Ζωής καθώς και ο προσδιορισμός των σημαντικότερων μεθοδολογικών προβλημάτων. Ειδικότερα, επισημαίνεται η ανάγκη καθιέρωσης των πολλαπλών και σύνθετων μετρήσεων των διαφόρων διαστάσεων της ποιότητας ζωής, της συνδυασμένης χρήσης των οργάνων μέτρησης και της συνδυασμένης χρήσης πολλαπλών πηγών πληροφόρησης και τρόπων συλλογής δεδομένων. Η μεθοδολογία αυτή εκτιμάται ότι βελτιώνει σημαντικά την εγκυρότητα και αξιοπιστία των μετρήσεων τόσο των αντικειμενικών, όσο και των υποκειμενικών διαστάσεων της ποιότητας ζωής.

1999
Λαγγουράνης Αντ., Σαρρής Μ., Το σύστημα εγγραφής-επιλογής υποψηφίων για πτωματική μεταμόσχευση νεφρού και κατανομής μοσχευμάτων. Περιοδικό Ιατρική, τεύχος 76: 372-375

περισσότερα...

Παρουσιάζεται η διαδικασία εγγραφής στην εθνική λίστα επιλογής από αυτήν των υποψηφίων ληπτών νεφρού και κατανομής των νεφρικών μοσχευμάτων, από μεταθανάτιους δότες στα μεταμοσχευτικά κέντρα, που εφαρμόζεται πρόσφατα στη χώρα μας. Τα βασικά σημεία της διαδικασίας είναι: α) η ενιαία εθνική λίστα αναμονής στην οποία εγγράφονται και από την οποία επιλέγονται οι υποψήφιοι για μεταμόσχευση νεφροπαθείς, β) η επιλογή των υποψηφίων ληπτών με βάση τα μόρια, με τα οποία βαθμολογούνται, σύμφωνα με τον αριθμό των κοινών αντιγόνων τους με το λήπτη, την τυχόν παιδική ή εφηβική ηλικία και το χρόνο αναμονής και γ) ο επιμερισμός της χώρας σε γεωγραφικές περιφέρειες, στις οποίες λειτουργούν μεταμοσχευτικά κέντρα και στα οποία γίνεται η κατανομή των μοσχευμάτων, ανάλογα με την προέλευση του δότη. Το σύστημα αυτό είναι εναρμονισμένο με άλλα παρόμοια προγράμματα που εφαρμόζονται στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στις ΗΠΑ, είναι προσαρμοσμένο στις ανάγκες του ασθενή και διασφαλίζει με καλύτερο τρόπο, σε σχέση με το παρελθόν, τη διαφάνεια στις μεταμοσχεύσεις.

1993
Αικ. Σταυροπούλου, Σαρρής Μ., Συντονισμός της Πτωματικής Μεταμόσχευσης. Περιοδικό Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, τεύχος 2:14-18

περισσότερα...

Η προώθηση και ανάπτυξη των μεταμοσχεύσεων σε μια χώρα καθώς και η διασφάλιση της ποιότητάς τους εξαρτώνται από την οργάνωση και λειτουργία ενός εθνικού συστήματος μεταμοσχεύσεων. Κύριοι στόχοι του συστήματος αυτού είναι η ανάπτυξη υποσυστημάτων αφαίρεσης και διάθεσης μοσχευμάτων. Επίσης η διερεύνηση, ανάλυση και αξιολόγηση των παραγόντων εκείνων που επηρεάζουν τη μεγιστοποίηση των αποτελεσμάτων των μεταμοσχεύσεων καθώς και η επιδίωξη της μείωσης του διαρκώς αυξανόμενου μεταμοσχευτικού χάσματος μεταξύ προσφοράς και ζήτησης μοσχευμάτων. Για την επίτευξη των παραπάνω στόχων χρειάζεται η δημιουργία και η διαρκής ενημέρωση ενός κεντρικού αρχείου (δεξαμενή) υποψηφίων ληπτών και ενός συστήματος επιλογής με αυστηρά κριτήρια των πλέον κατάλληλων ασθενών για το συγκεκριμένο κάθε φορά μόσχευμα που διατίθεται, όπως και ενός συστήματος διάθεσης των προσφερόμενων μοσχευμάτων. Κεντρικό ρόλο στον όλο σχεδιασμό ασκεί η ύπαρξη ενός υπεύθυνου οργάνου, μιας υπηρεσίας, που να συντονίζει τις διαδικασίες αφαίρεσης, μεταφοράς και μεταμόσχευσης των μοσχευμάτων. Παράλληλα απαιτείται υψηλού επιπέδου ποιότητα στην εργασία μεταξύ όλων των εμπλεκομένων ατόμων και ομάδων της ανθρώπινης αυτής αλυσίδας προκειμένου η λειτουργία του συστήματος να είναι αποτελεσματική και να καθίσταται εφικτή η μεγαλύτερη δυνατή εξασφάλιση των παραπάνω στόχων σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.

1991
Βάρλα Μ., Σαρρής Μ., Κατσάνη Μ., Ζαρμακούπη Π., Μητσάκη Χρ., Σταυροπούλου Αικ., Σιακωτός Μ., Αποτελεσματικότητα του ενημερωτικού προγράμματος της ΥΣΕ για το προσωπικό των ΜΕΘ στην αναφορά δοτών. Περιοδικό Μεταμόσχευση, τεύχος 2(1): 14-20

περισσότερα...

Στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου αξιολογείται η αποτελεσματικότητα του ενημερωτικού προγράμματος της Υπηρεσίας Συντονισμού Μεταμοσχεύσεων, το οποίο απευθυνόταν στο προσωπικό υγείας των νοσοκομείων του λεκανοπεδίου Αττικής. Το πρόγραμμα αυτό αποσκοπούσε στην αύξηση των μεταμοσχευτικών δραστηριοτήτων και επικεντρώθηκε στο προσωπικό των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας καθώς και των Νευροχειρουργικών Τμημάτων. Μέσω των Συντονιστών Μεταμόσχευσης, το προσωπικό των μονάδων αυτών ενημερώθηκε για όλες τις διαδικασίες περί των μεταμοσχεύσεων. Στο προσωπικό αυτό παρασχέθηκε συνεχής πληροφόρηση-ενημέρωση και υποστήριξη κατά τις διαδικασίες αξιοποίησης των προσφερόμενων μοσχευμάτων, αλλά και διατήρηση, υψηλού επιπέδου, μέσω των Συντονιστών Μεταμόσχευσης, συστηματική επικοινωνία. Για την αξιολόγηση της επίδρασης του προγράμματος συγκρίθηκαν τα στοιχεία από την αναφορά δοτών κατά τη διάρκεια δύο διετιών: μιας πριν και μιας μετά το 1989. Τα αποτελέσματα της ανάλυσης έδειξαν ότι κατά τη δεύτερη περίοδο αυξήθηκε η αναφορά δοτών οργάνων και συνακόλουθα αυξήθηκε ο αριθμός των μεταμοσχεύσεων. Επίσης φάνηκε ότι οι μονάδες των οποίων το προσωπικό ανταποκρίθηκε θετικά στη συνεργασία του με τους Συντονιστές Μεταμόσχευσης, παρουσίασαν μεγαλύτερο ποσοστό αύξησης της αναφοράς δοτών από εκείνες στις οποίες οι Συντονιστές Μεταμόσχευσης δεν έγιναν ευπρόσδεκτοι. Είναι προφανές ότι το πρόγραμμα ενημέρωσης αποδείχτηκε αποτελεσματικό στην αύξηση των μεταμοσχευτικών δραστηριοτήτων και κρίνεται επιβεβλημένη η ανάγκη επέκτασης του θεσμού του Συντονιστή Μεταμοσχεύσεων που αποτελεί ένα νέο επαγγελματία υγείας, στο σύνολο της χώρας.

1991
Varla M., Sarris M., Zarmacoupi P., Katsani M., Mitsaki Ch., Papadaki Ol., Stavropoulos C., Organ Donors Reported to the Hellenic Transplant Service During the Last 5 Years. Περιοδικό Transplantation Proceedings, τεύχος 23: 2524-2525

περισσότερα...

Αν και η πρώτη μεταμόσχευση νεφρού πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα το 1968, εντούτοις 20 χρόνια αργότερα, οι μεταμοσχεύσεις με μοσχεύματα προερχόμενα από επιθανάτιους δότες κυμαίνονταν σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα δεδομένης της έλλειψης προσφερόμενων μοσχευμάτων. Από το 1985 αρχίζει μια σταθερή, αλλά μικρού μεγέθους αύξηση του αριθμού των μεταμοσχεύσεων, ενώ το 1990 σημειώνεται μια σημαντικότατη αύξηση της τάξεως του 75%. Το πρόγραμμα ενημέρωσης-ευαισθητοποίησης τόσο της κοινής γνώμης, όσο και του προσωπικού υγείας, σε συνδυασμό με την καθιέρωση ενός νέου επαγγελματία υγείας, του Συντονιστή Μεταμοσχεύσεων, που παρέχει ιατρο-νοσηλευτικές υπηρεσίες και ψυχο-κοινωνική φροντίδα, φαίνεται ότι απέδωσε κατά τον καλύτερο τρόπο. Εντούτοις επισημαίνεται η ανάγκη καθιέρωσης συστηματικών σχέσεων επικοινωνίας με το κοινό, προκειμένου η αρχική διαμόρφωση θετικών στάσεων της κοινής γνώμης να χαρακτηρίζεται από συνέχεια και διάρκεια.

1990
Βάρλα Μ., Σαρρής Μ., Μακρυνικόλα Ν., Συντονισμός Εξωνεφρικής Κάθαρσης και Μεταμόσχευση. Περιοδικό Επιθεώρηση Υγείας, τεύχος 1: 45-49

περισσότερα...

Η ανάπτυξη του τομέα των μεταμοσχεύσεων από πτωματικούς δότες οδήγησε διεθνώς στην ανάγκη δημιουργίας υπηρεσιών συντονισμού και ελέγχου των μεταμοσχεύσεων. Οι υπηρεσίες αυτές υπεισέρχονται στις πολύπλοκες διαδικασίες οργάνωσης της πτωματικής μεταμόσχευσης τόσο σε ιατρο-κοινωνικό, όσο και διοικητικό επίπεδο. Κύριοι στόχοι τους είναι: α) η εξασφάλιση της μεγαλύτερης δυνατής ανεύρεσης και η καλύτερη δυνατή αξιοποίηση προσφερόμενων μοσχευμάτων, β) η βελτίωση των αποτελεσμάτων των μεταμοσχεύσεων μέσω της αναζήτησης των πλέον ιστικά συμβατών ληπτών για κάθε μόσχευμα, γ) η διερεύνηση και αξιολόγηση των παραγόντων που επιδρούν στα αποτελέσματα των μεταμοσχεύσεων και δ) η ανταλλαγή μοσχευμάτων μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι υπηρεσίες ή οι οργανισμοί συντονισμού μεταμοσχεύσεων υπάγονται άμεσα ή τελούν υπό την εποπτεία του Υπουργείου Υγείας της κάθε χώρας. Το οργανόγραμμα λειτουργίας τους διαμορφώνεται από τις αναγκαιότητες συντονισμού όλων των σχετικών διαδικασιών, που αφορούν τη λήψη και την επιστημονικά ενδεδειγμένη αξιοποίηση των προσφερόμενων μοσχευμάτων, μεταξύ των φορέων που συγκροτούν ένα εθνικό σύστημα μεταμοσχεύσεων.

1990
Βάρλα Μ., Σαρρής Μ., Ζαρμακούπη Π., Κατσάνη Μ., Μητσάκη Χρ.)Πρόσφατη αύξηση των μεταμοσχευτικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα. Περιοδικό Μεταμόσχευση, τεύχος 1(2): 149-153

περισσότερα...

Η έλλειψη μοσχευμάτων αποτελεί ένα διεθνώς παρατηρούμενο πρόβλημα στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Ελάχιστες είναι οι χώρες που προσεγγίζουν τους δείκτες που απαιτούνται για την ικανοποίηση των αναγκών υγείας του πληθυσμού, δηλαδή: 40 μεταμοσχεύσεις νεφρού ανά εκατομμύριο πληθυσμού ανά έτος, 10 μεταμοσχεύσεις καρδιάς και 5 μεταμοσχεύσεις ήπατος αντίστοιχα. Στην Ελλάδα, οι μεταμοσχεύσεις νεφρού παρέμεναν σε πολύ χαμηλά επίπεδα μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών, ενώ οι μεταμοσχεύσεις άλλων συμπαγών οργάνων ήταν ανύπαρκτες μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του ΄80. Στην παρούσα ανάλυση φαίνεται ότι η αύξηση του συνολικού αριθμού δοτών κατά τους 9 πρώτους μήνες του 1990 είναι του επιπέδου του 87% και η αύξηση των εγκεφαλικά νεκρών δυνητικών δοτών 160%. Οι αυξήσεις αυτές είναι ιδιαίτερα μεγάλες, συγκρινόμενες μάλιστα με τις αντίστοιχες στην Ευρώπη: Για παράδειγμα στην Αγγλία ήταν για το 1988 της τάξεως του 30%, ενώ στις χώρες της κεντρικής Ευρώπης ήταν της τάξεως του 20%. Η αυξημένη προσφορά μοσχευμάτων είχε σαν αποτέλεσμα τον πενταπλασιασμό των νεφρικών μεταμοσχεύσεων σε σχέση με το προηγούμενο έτος (αύξηση 437% το 1990 σε σχέση με το 1989). Βέβαια, η μεγάλη αυτή ετήσια αύξηση που έγινε στην Ελλάδα το 1990, ερμηνεύεται στατιστικά με τους μικρούς αριθμούς μεταμοσχεύσεων κατά τα προηγούμενα έτη, οι οποίοι επέτρεψαν σημαντικά περιθώρια αύξησης, Εντούτοις, η παρατηρούμενη τελική αύξηση είναι, κατά κοινή ομολογία, εντυπωσιακή, ιδιαίτερα για τα δεδομένα της Ελλάδας.

1990
Καλούδη Μ., Σαρρής Μ., Παπαδάκη Ολ., Ζαρμακούπη Π., Σταυροπούλου Αικ., Βάρλα Μ., Έλληνες ασθενείς εγγεγραμμένοι για πτωματική μεταμόσχευση σε Κέντρα του Εξωτερικού. Περιοδικό Ελληνική Νεφρολογία, τεύχος 4: 365-370

περισσότερα...

Ο χαμηλός αριθμός πτωματικών μεταμοσχεύσεων στη χώρα μας έχει ως επακόλουθο έναν, διαρκώς αυξανόμενο, αριθμό ελλήνων ασθενών, που περιμένουν για μεταμόσχευση νεφρού. Από τους υποψήφιους αυτούς, ένα ποσοστό περίπου 30%, καταφεύγει σε κέντρα του εξωτερικού, κατά τη δεκαετία του ΄80, και εγγράφεται στις λίστες αναμονής τους για πτωματική μεταμόσχευση. Το σημαντικότερο εύρημα της μελέτης αφορά τα στοιχεία για την επιβίωση των νεφρικών μοσχευμάτων στις μεταμοσχεύσεις του εξωτερικού, συγκρινόμενες με τα στοιχεία που αφορούν τα αποτελέσματα των μεταμοσχεύσεων στην Ελλάδα. Στον πρώτο χρόνο, το ποσοστό επιβίωσης των μοσχευμάτων ήταν 72% για τις μεταμοσχεύσεις του εξωτερικού, ενώ για τις μεταμοσχεύσεις στην Ελλάδα κυμαινόταν μεταξύ 85 και 90%. Είναι φανερό ότι η διεθνώς παρατηρούμενη ανεπάρκεια νεφρικών μοσχευμάτων επηρεάζει τις πιθανότητες μεταμόσχευσης ελλήνων ασθενών στο εξωτερικό. Επιπλέον οι μεταμοσχεύσεις στο εξωτερικό δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερη επιτυχία. Συνυπολογιζομένου της δαπάνης αλλά και του ολικού κόστους των ασθενών, οι μεταμοσχεύσεις νεφρού στο εξωτερικό δεν χαρακτηρίστηκαν ως ιδανική λύση και κατά τη δεκαετία του ΄90, πράγματι, δεν συνεχίστηκαν.

Αρχή back to top

Επικοινωνία

E-mail
msarris@teiath.gr
msaris@gmail.com

Τηλέφωνο
210 5385206

Διεύθυνση
Τ.Ε.Ι. Αθήνας, Αγ. Σπυρίδωνος, Αιγάλεω

© 2012 Με την επιφύλαξη κάθε νόμιμου δικαιώματος
by ChZ.gr