Προγραμματισμός FORTRAN > Μαθήματα > Τύποι Δηλώσεων | |
|
Η Fortran χειρίζεται τις πληροφορίες και τα δεδομένα πρωτίστως σαν αριθμούς και δευτερευόντως σαν χαρακτήρες ή σαν λογικές τιμές. Τα δεδομένα αυτά δεν είναι άμεσα ορατά στο κώδικα (όπως είναι π.χ. σε ένα λογιστικό φύλλο), αλλά αποθηκεύονται σαν τιμές μεταβλητών τις οποίες παριστάνουμε με συμβολικά ονόματα. Κάθε συμβολικό όνομα αντιπροσωπεύει μια περιοχή της μνήμης όπου βρίσκεται αποθηκευμένος ο αριθμός ή τα δεδομένα. Τα δεδομένα ενός προγράμματος τα χωρίζουμε σε δυο κατηγορίες:
Κάθε μεταβλητή ή σταθερά πρέπει να ανήκει σε ένα Τύπο αποδεκτό από τη γλώσσα. Έτσι ο επεξεργαστής ξέρει πως να τη χειριστεί στις πράξεις και πόσο χώρο θα χρησιμοποιήσει για την αποθήκευσή της. Αν δεν δηλωθούν οι μεταβλητές του προγράμματος τότε εφαρμόζεται ο Κανόνας Implicit. ΒΑΣΙΚΟΙ ΤΥΠΟΙ ΤΗΣ FORTRAN Η Fortran έχει τρεις τύπους αριθμητικών μεγεθών:
Διαθέτει επίσης και δυο τύπους μη-αριθμητικών μεγεθών:
Κάθε βασικός τύπος έχει μια ή περισσότερες κατηγορίες, που σχετίζονται από το μέγεθος της μνήμης (bytes) που απαιτείται για την αποθήκευσή τους. Ο χώρος αποθήκευσης στη μνήμη (bytes) έχει άμεση σχέση με την ακρίβεια και το μέγεθος των αριθμών που μπορεί να φιλοξενήσει η κάθε κατηγορία. Οι κυριότεροι και συχνότεροι τύποι μεταβλητών και σταθερών είναι:
Από τους παραπάνω τύπους, στο βασικό προγραμματισμό, συναντάμε κυρίως τρεις (3) τύπους, τους: Real, Integer & Character. ΑΠΟΥΣΙΑ ΔΗΛΩΣΕΩΝ ΣΕ ΕΝΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Στην αρχή κάθε προγράμματος πρέπει να δηλώνονται όλες οι μεταβλητές. Αυτός είναι και ο κανόνας στη σύγχρονη Fortran. Αν όμως οι δηλώσεις μεταβλητών παραληφθούν, όπως γινόταν σε παλαιότερες εκδόσεις, τότε η Fortran θα τους αντιστοιχίσει ένα τύπο ανάλογα με το πρώτο γράμμα του ονόματός τους και σύμφωνα με τον παρακάτω κανόνα: όσες μεταβλητές αρχίζουν από I, J, K, L, M ή N θεωρούνται ακέραιες και οι υπόλοιπες πραγματικές. Αυτός ο κανόνας (implicit typing) προέρχεται από τις θετικές επιστήμες όπου συνήθως οι δείκτες στις εξισώσεις συμβολίζονται με i, j, k, l, m και n. Ο κανόνας implicit δημιουργεί προβλήματα σε πολύπλοκα προγράμματα και σφάλματα που δεν ανιχνεύονται εύκολα, γι’ αυτό τον ακυρώνουμε δίνοντας, πριν από οποιαδήποτε άλλη δήλωση, την εντολή IMPLICIT NONE. Η εντολή αυτή μας υποχρεώνει να δηλώσουμε, αμέσως μετά, όλες ανεξαιρέτως τις μεταβλητές του προγράμματός μας και έτσι μας βοηθά να αποφύγουμε άλλα λάθη. |
|
©2006 Δρ. Β. Χ. Μούσας, Επικ. Καθ., e-mail | Τ.Ε.Ι. Αθήνας Τμήμα Πολιτικών Έργων Υποδομής |