Panic limits |
Όρια πανικού. Οι ανώτερες και κατώτερες τιμές των εξετάσεων που θέτουν σε άμεσο κίνδυνο την ζωή του ασθενούς. Τιμές που υπερβαίνουν τα όρια πανικού θα πρέπει πρώτα να ελέγχονται για τυχόν ύπαρξη τεχνικού ή αναλυτικού προβλήματος. Χρησιμοποιείται και ως εναλλακτική μέθοδος εσωτερικού ελέγχου ποιότητας. |
Panic values |
Tιμές πανικού. Βλ. Panic limits |
Partial-Process Schemes
|
Σχήματα μερικής διεργασίας. Εξωτερικός έλεγχος ποιότητας στον οποίο ελέγχεται η ικανότητα ενός εργαστηρίου να εκτελεί συγκεκριμένο μέρος της συνολικής μέτρησης. ISO/IEC Guide 43.
|
Peer group
|
Κοινή ομάδα. Ομάδα εργαστηρίων που διαθέτουν κοινές αναλυτικές μεθόδους, αναλυτές κ.α. |
Peer group method |
Μέθοδος κοινής ομάδας. Μέθοδος εξωτερικού ελέγχου ποιότητας που βασίζεται στον υπολογισμό της τιμής αναφοράς από την μέση τιμή εργαστηρίων που χρησιμοποιούν κοινές μεθόδους. |
Percentiles ή P
|
Εκατοστημόρια. Είναι οι τιμές που διαχωρίζουν από ένα σύνολο παρατηρήσεων (εφόσον έχουν διαταχθεί κατά σειρά μεγέθους ανοδικά ή καθοδικά) ένα οποιοδήποτε ποσοστό εκατοστιαίο. Κάθε εκατοστημόριο παίρνει το όνομα του από το ποσοστό των τιμών στο οποίο αναφέρονται (π.χ. 5%, 25%, 50%, 95%). Το εκατοστημόριο P = 50% συμπίπτει με την διάμεσο. |
Pool serum
|
Δεξαμενή ορού. Μεγάλη συλλογή ορού ή άλλου δείγματος ασθενών ή ζώων που περιέχει αναλύτες σε επιθυμητές συγκεντρώσεις. Βλ. Control sample
|
Post-analytical errors |
Μετα-αναλυτικά σφάλματα. Σφάλματα που συμβαίνουν κατά την έκδοση των αποτελεσμάτων στον ασθενή. Αποτελούν τουλάχιστον το 30% των συνολικών εργαστηριακών σφαλμάτων.
|
Power functions |
Καμπύλες ισχύος. Δείχνουν την σχέση μεταξύ της πιθανότητας για ανίχνευσης σφάλματος και το μέγεθος του αναλυτικού σφάλματος (ΔRE ή ΔSE) το οποίο θέλουμε να ανιχνεύσουμε με κάποια συγκεκριμένη στατιστική μέθοδο.
|
Pre-analytical errors |
Προαναλυτικά σφάλματα. Είναι τα σφάλματα που συμβαίνουν πριν την μέτρηση στον αναλυτή και οφείλονται στον ανθρώπινο παράγοντα (π.χ. λάθος δείγμα, κακή συντήρηση του κ.α.). Αποτελούν τουλάχιστον το 50% των συνολικών σφαλμάτων.
|
Precision |
Πιστότητα. Η εκφράζει το βαθμό της συμφωνίας μεταξύ των αποτελεσμάτων ανεξάρτητων εφαρμογών της μεθόδου υπό ρητά καθορισμένες συνθήκες.
|
Preserved Blood
|
Διατηρημένο αίμα. Ολικό αίμα που χρησιμοποιείται ως υλικό ελέγχου της αιματολογικούς αναλυτές
|
Primary Standard
|
Πρωτεύον πρότυπο. Πρότυπο το οποίο είναι καθορισμένο ή ευρέως αναγνωρισμένο ως έχων τις ύψιστες μετρολογικές ποιότητες και του οποίου η τιμή είναι αποδεκτή χωρίς αναφορά σε άλλα πρότυπα με την ίδια ποιότητα. |
Process capability
|
Ικανότητα διαδικασίας. H δυνατότητα των παραγωγικών διαδικασιών να παράγουν την απαιτούμενη ποσότητα (βιομηχανία). Στην κλινική χημεία συμπίπτει με την ΔSEcrit.
|
Process stability
|
Σταθερότητα διαδικασίας. Εκφράζει το πόσο συχνά μια εξέταση εμφανίζει ιατρικά σημαντικά σφάλματα.
|
Proficiency testing ή PT |
Επαγγελματικός έλεγχος. Συνώνυμο με τον εξωτερικό έλεγχο ποιότητας. H διαδικασία ελέγχου της ακρίβειας των μετρήσεων.
|
Propability for error detection ή ped |
Πιθανότητα ανίχνευσης σφάλματος. Είναι η πιθανότητα για την ανίχνευση συστηματικών και τυχαίων σφαλμάτων με τις διάφορες μεθόδους ελέγχου.
|
Propability for false rejection ή pfr |
Πιθανότητα λανθασμένης ανίχνευσης σφάλματος. Πρόκειται για την πιθανότητα ανίχνευσης αναλυτικού σφάλματος ενώ η αναλυτική διαδικασία παραμένει σταθερή χωρίς τυχαία ή συστηματικά σφάλματα. |